07/03/2021
Ο Κλεόβουλος σκαρφάλωσε στον φράχτη προσεκτικά κι αθόρυβα, πέρασε μέσα στην αυλή, πιάστηκε από το κλαδί της λεμονιάς και προσπάθησε να κρατηθεί. Το κλαδί έσπασε και κατέληξαν μαζί στο χώμα.
«Η διαλογική κρίση θα επιφέρει σωρεία προβλημάτων. Οι άνθρωποι θα σταματήσουν να επικοινωνούν λεκτικά, οι πάσης φύσεως επικοινωνιακές ανάγκες θα πραγματοποιούνται σε ψηφιακά περιβάλλοντα, με την πληκτρολόγηση χαρακτήρων σε τεχνολογικά εξελιγμένες ηλεκτρονικές συσκευές. Η αντιστροφή της εξελικτικής πορείας της ομιλίας…»
Η εν εξελίξει ομιλία του γνωστού κοινωνικού ανθρωπολόγου διακόπηκε βίαια από το ποτήρι κρασί που έπνιξε την οθόνη του τάμπλετ. Οι άνθρωποι θα σταματήσουν να μιλάνε. Σκληρή και δυστοπική η τοποθέτηση του επιστήμονα, άνοιγε τον ασκό του Αιόλου στο θέμα της επικοινωνίας.
Το κινητό της, πιο πέρα, έμεινε σώο από το απότομο ξέσπασμα. Το έπιασε, έγραψε κάτι και το εκσφενδόνισε πάνω στο μεθυσμένο τάμπλετ, καταφέροντάς του το τελειωτικό χτύπημα. Ισοπαλία στη μάχη των γκάτζετ, δύο στα δύο εκτός μάχης με χανγκόβερ. Ένα βήμα πιο κοντά στην πραγματική επικοινωνία.
Η Σωτηρία γέμισε ένα καινούργιο ποτήρι κρασί. Άνοιξε την πόρτα που έβγαζε στην πίσω αυλή, βγήκε ξυπόλητη και έκατσε στο τραπεζάκι κάτω από τη λεμονιά. Το σούρουπο έδινε γοητεία στην όψη του σκοτεινού κορμού και των φύλλων, στην αντίθεσή τους με το εκκωφαντικό κίτρινο των καρπών. Εκείνη ήπιε, χαλάρωσε λίγο και σήκωσε ένα ώριμο λεμόνι που ήταν πεσμένο δίπλα στα πόδια της. Το χάραξε με το νύχι της και ανάσανε την ευωδιά του. Ύστερα έμπηξε μέσα του όλα τα νύχια του αριστερού της χεριού με δύναμη. Τα έσφιξε ώσπου οι φλέβες να κάνουν διχρωμία με τις αρτηρίες κι έπειτα τα τράβηξε απότομα. Με το τράβηγμα πετάχτηκε άφθονος χυμός λεμονιού· μια πιο αθλητική σταγόνα έκανε ένα μεγαλύτερο άλμα και χώθηκε ύπουλα μέσα στο δεξί της μάτι. Η Σωτηρία ένιωσε το τσούξιμο, το κλάμα και το γέλιο, την ξινίλα που γέμιζε την ύπαρξή της. Ούρλιαξε από την καρδιά της και πέταξε με δύναμη το λεμόνι. Ακούστηκε ένας γδούπος και ένα αντρικό «ωχ».
Εκείνος εμφανίστηκε πίσω από έναν θάμνο με το ένα μάτι κλεισμένο και με την έκφραση του πόνου στο άλλο. Η Σωτηρία σάστισε για μια στιγμή, αμέσως μετά όμως άρχισε να γελάει. «Το αριστερό πέτυχα;», του είπε. «Το αριστερό», της απάντησε. «Και το δεξί σου χέρι τι έπαθε;», τον ρώτησε. «Βαρύτητα», της είπε και της έδειξε τον φράχτη, μορφάζοντας και χαμογελώντας μαζί. «Διάβασες το μήνυμά μου;», του είπε και του χάιδεψε το πονεμένο μπράτσο. «Έσπασε το κινητό μου όταν έπεσα.», της απάντησε και φίλησε το χέρι της· είχε γεύση λεμόνι.
«Πότε γύρισες από τη Ρωσία;»
«Πριν πέντε ώρες.»
«Άργησες και σπάστηκα. Έβλεπα το συνέδριο στη Βραζιλία.»
«Και;»
«Τα ‘σπασα. Από τη μία αγορεύεις για έλλειψη επικοινωνίας κι από την άλλη λείπεις συνέχεια. Δεν θέλω να μου στέλνεις μηνύματα. Θέλω να έρχεσαι πιο συχνά και να μου σπας τα δέντρα, τα νεύρα, την ανία.»
«Θα μείνω για τρεις μήνες.»
Εκείνη του πέταξε άλλο ένα λεμόνι. Στο κεφάλι. Κι εκείνος το πήρε, το πάτησε κάτω με δύναμη, την έλουσε με τους χυμούς. Εκείνη ούρλιαξε, αυτή τη φορά με ψυχή.
Βασίλης Ψηλακάκος
*Το κείμενο συνοδεύεται από έργο του Γιώργου Μαμαλίγκα