19/07/2019
Ένας συγγραφέας γεμάτος αισιοδοξία
Ένα καλοκαιρινό απόγευμα στον κήπο της Όασης με αφορμή «Το Ταγκό της Βροχής». Η συνάντηση με τον Στέλιο Βισκαδουράκη στο Ηράκλειο της Κρήτης ήταν κάτι παραπάνω από ανατροφοδοτική. Πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, όταν πρόκειται για έναν άνθρωπο γεμάτο αισιοδοξία, θετική αύρα και μια πηγαία διάθεση να μεταφέρει αυτά τα χαρακτηριστικά και στους άλλους, είτε πρόκειται για τους συνομιλητές είτε για τους αναγνώστες του. Και αυτό γιατί τον ενδιαφέρει η άποψη και των δυο. Μια συνέντευξη, που μάλλον μοιάζει περισσότερο με συζήτηση, με ανταλλαγή απόψεων για τη ζωή και τον τρόπο που την αντιμετωπίζουμε. Ερωτήσεις ανοιχτές που διακόπτονταν από άλλες αυθόρμητες, παρατηρήσεις που δεν μπορούν να χωρέσουν σε μια απάντηση και εξομολογήσεις τόσο προσωπικές που θα αναρωτιόταν κανείς αν μπορούν να δημοσιευθούν. Ο Στέλιος Βισκαδουράκης είναι ανοιχτό βιβλίο. Ας τον γνωρίσουμε καλύτερα.
Υπάρχουν πολλοί τοπικοί προσδιορισμοί σε όλα τα διηγήματα. Είναι σαν ο αναγνώστης να μαθαίνει για το Ηράκλειο χωρίς να το έχει επισκεφτεί ποτέ. Η λογοτεχνία μας ταξιδεύει και κυριολεκτικά;
Η λογοτεχνία μας ταξιδεύει και μεταφορικά και κυριολεκτικά, αυτό είναι σίγουρο.
Μοιάζουν τα διηγήματα αυτά με «λαϊκές» ιστορίες, που έχουν να δώσουν στον καθένα το δικό του ηθικό δίδαγμα, προσωπικό και ανεπανάληπτο κάθε φορά;
Δεν γράφω πολύ, αλλά ακούω χρόνια. Τώρα, δηλαδή, το επόμενο βιβλίο μου μπορεί να βγει σε δυο χρόνια. Μπορώ να γράψω οτιδήποτε. Όπως καθόμαστε τώρα σ’ αυτό το τραπέζι να μου δώσετε ένα στοιχείο και να σας γράψω μια ιστορία. Αλλά αυτό δεν μ’ ενδιαφέρει τόσο. Το θέμα είναι πώς θα την καταθέσεις την κάθε ιστορία. Όπως έχω πει, δεν είναι το θέμα να γράφεις ιστορίες, αλλά να αποκωδικοποιείς χαρακτήρες και καταστάσεις. Αυτό είναι συγγραφέας για μένα. Οπότε, αυτό με τυραννάει πάρα πολύ. Το τελευταίο μου διήγημα «Το Πιάτο της Απιστίας» δεν ξέρω αν είναι από τα καλύτερά μου, αλλά με τυράννησε πάρα πολύ γιατί είχα να κάνω με ζωντανούς ανθρώπους που έπρεπε να κρατήσω ισορροπίες και συγχρόνως μια φανταστική ιστορία και ένα πιάτο. Αυτό το πιάτο υπάρχει στο Βουρβουλάδικο, αν πάτε και το ζητήσετε, μπορείτε να το δοκιμάσετε. Όλα αυτά είναι μια γλυκιά αγωνία, έχουν μια ενδιαφέρουσα ζωή, συν η κατάστασή μου. Είναι πολύ ενδιαφέρουσα, ξέρετε, η σκλήρυνση κατά πλάκας. Εγώ ήμουν φυσιοθεραπευτής, είχα ασθενείς, είδα ότι σαφέστατα είναι μια κακή κατάσταση, αλλά μου έδωσε την ευκαιρία να δω επιπλέον αντιδράσεις ανθρώπων. Υπάρχουν ασθενείς μου που φοβήθηκαν γιατί εγώ ήμουν ο κυρίαρχος, ο θεραπευτής και σου λέει τι έγινε τώρα; Από την άλλη είδα ότι είχα ψυχραιμία ως φυσιοθεραπευτής και μπορώ να δω και αλλιώς τα πράγματα. Όλα αυτά τα λέω για να πω τελικά ότι ναι, χρειάζεται παρατήρηση για να επιτευχθεί αυτό που με ρωτήσατε.
Ποια είναι πρακτικά η διαδικασία της συγγραφής; Κάτω από τους τίτλους των διηγημάτων γράφετε το πού και πότε. Άρα ένα διηγήματα αρχίζει και τελειώνει εκεί και τότε;
Χρειάζεται πολύ σκέψη πριν. Σχεδόν πέντε χρόνια έγραφα «Το Ταγκό της Βροχής». Για να πιάσω το στυλό και να γράψω πρέπει να σκεφτώ πολύ.
Γράφετε με το χέρι;
Στυλός 0,7 roller και μετά στον υπολογιστή. Διαφορετική η διαδικασία να γράφεις με το χέρι και διαφορετική να γράφεις στο κομπιούτερ. Υπάρχει και ένα άλλο που θα ήθελα να πω, αν μπορούσα να καταθέσω αυτόματα αυτά που σκέφτομαι, η λογοτεχνία μου θα ήταν καλύτερη. Απλά σκέφτεσαι και πρέπει να γράψεις για να το κλειδώσεις, γιατί ξεχνιέται. Η έμπνευση είναι ένα θεϊκό στοιχείο. Αν κάποιες φορές έχω συγκινήσει κόσμο είναι ακριβώς επειδή συλλαμβάνεις κάτι, το οποίο σε μια φυσιολογική στιγμή, όπως εδώ που μιλάμε, να μην έδινες σημασία. Έτσι προέκυψε το Ταγκό, σιγά σιγά. Κάθομαι και γράφω από τις 5 τα ξημερώματα μέχρι τις 8-9 το πρωί.. Τώρα οι ώρες που αναφέρω κάτω από τους τίτλους μπορεί να είναι και τυχαίες.
Το πρωταγωνιστικό ρόλο έχει η βροχή. Αναρωτιόμουν αν η βροχή σημαίνει κάτι για σας.
Είδα μια βροχερή μέρα κάτι σύννεφα και ήταν σαν να χορεύουν ταγκό. Από εκεί ξεκίνησε. Η βροχή για μένα και ο λόγος που έγραψα αυτό το βιβλίο, είναι η σύνδεση του θεϊκού με το ανθρώπινο. Νιώθω ότι η βροχή είναι ο μόνος τρόπος να συνδεθεί ο θεός με τον άνθρωπο.
Άρα μιλάμε για μια συλλογή διηγημάτων υπαρξιακής αναζήτησης;
Φυσικά, ναι.
Το εξώφυλλο του βιβλίου το έχετε κάνει ο ίδιος. Πώς μπορεί ένας άνθρωπος που έχει έτσι κι αλλιώς την τέχνη στη ζωή του -ζωγραφίζετε, ασχολείστε με τη γλυπτική, παρόλο που δεν αυτοπροσδιορίζεστε ως ζωγράφος ή γλύπτης- να αναζητήσει και τη συγγραφή; Τι είναι αυτό που καλύπτει η τέχνη του λόγου;
Για μένα όλα είναι ένα. Το λέω συνέχεια, απλά εγώ έχω μια τάση προς το ένα ο άλλος προς κάτι άλλο. Δεν σημαίνει ότι εγώ που ζωγραφίζω είμαι ζωγράφος. Ο αδερφός μου που είναι επαγγελματίας ζωγράφος γράφει επίσης καλά, αλλά δεν είναι συγγραφέας. Απλώς γράφει καλά. Όπως κι εγώ δεν είμαι ζωγράφος απλώς ζωγραφίζω καλά. Και ένας φιλόλογος, για παράδειγμα, μπορεί να κάνει τέχνη στην τάξη του. Μπορεί να μην είναι απλώς ένας καθηγητής ή καθηγήτρια, αλλά δάσκαλος ή δασκάλα. Αυτό για μένα έχει μεγάλη διαφορά και σημασία. Άλλο αυτός που διδάσκει και άλλο αυτός που έχει πάρει το πτυχίο.
Μήπως είναι όλα λογοτεχνία τελικά;
Θα ήταν εγωιστικό αν το έλεγα αλλά θα σας το πω αλλιώς, όπως το έχω ξαναπει και παλιότερα, ότι όλοι προσπαθούμε να φτιάξουμε ένα παραμύθι. Άλλος με τους πίνακες, άλλος με τη γραφή, άλλος με τη μουσική. Όλα είναι ένα.
Και η μουσική μάλλον παίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή σας. Εκτός από το διήγημα ‘Ο Σολίστας’ η μουσική είναι παρούσα και σε πολλά άλλα σημεία.
Βέβαια. Με ενδιαφέρει ιδιαίτερα στη γραφή μου ακόμα και η μουσική των λέξεων. Για τη Ρωγμή μπορώ να το πω πιο πολύ απ’ το Ταγκό. Ειδικά η Ρωγμή έχει μουσική, ακούγεται η διαφορά στις λέξεις, δεν είναι ένας απλός ήχος είναι μουσική των λέξεων, των προτάσεων. Είναι αρμονική.
Οι σταγόνες της βροχής κάνουν τους ήρωες να έρθουν σε επαφή με τα συναισθήματά τους. Είναι σαν μικροί καθρέφτες στους οποίους αντικρίζουν για πρώτη φορά τον πραγματικό εαυτό τους. Είναι η συγγραφή ένας τρόπος αυτογνωσίας; Αυτογνωσία τόσο για τον συγγραφέα όσο και τους αναγνώστες;
Κυρίως. Η συγγραφή είναι κυρίως αυτογνωσία. Και αν καταφέρεις μέσω της γραφής ο αναγνώστης να βρει στοιχεία αυτογνωσίας για τον ίδιο, τότε έχεις καταφέρει το στόχο κάθε δημιουργού.
Τότε έχει επιτευχθεί ο στόχος κάθε δημιουργού και έχει επέλθει η ισορροπία; Γιατί και για ισορροπία μιλάτε στα διηγήματά σας;
Αναρωτιέσαι καμιά φορά γιατί γράφεις. Για την δόξα; Εντάξει, έχω βραβευτεί. Και; Αυτή η ισορροπία του εαυτού σου και αν καταφέρεις να την περάσεις και στον αναγνώστη είναι το μεγάλο στοίχημα.
Αυτή η ισορροπία, λοιπόν, που η λογοτεχνία μπορεί να φέρει τόσο στον συγγραφέα όσο και στον αναγνώστη, θα μπορούσε σε ένα πιο διευρυμένο επίπεδο να αλλάξει τα «κακώς κείμενα» της κοινωνίας;
Θα μπορούσε, αλλά για να το κάνει θα πρέπει να υπάρχει το ανάλογο υπόβαθρο παιδείας. Άνθρωποι που ψάχνονται, μπορούν να αναζητήσουν, να πάρουν στα σοβαρά κάτι που τους λέει ένας συγγραφέας, να το αξιολογήσουν και να το παραδώσουν και σε άλλους. Αυτή είναι η επιτυχία. Προχθές διάβασα μια φράση του Σαραμάγκου, από αυτές που λέω, 56 χρονών είμαι και λέω «Παναγία μου, τι είπε τώρα;». Είπε το εξής: «Η ευτυχία και η δυστυχία έρχονται και παρέρχονται» και πάντα υπάρχει ισορροπία. Μπορείς να βιώσεις την ευτυχία όσο και την δυστυχία, δεν είναι κάτι το στάνταρ που μπορείς να έχεις, είτε το ένα είτε το άλλο. Τα δυο πράγματα που χρειάζεται ο άνθρωπος για να επιβιώσει είναι η αρμονία και η ησυχία. Το να θυμώσω εγώ για κάτι και να κάνω φασαρία δεν θα βγάλει πουθενά. Για να αλλάξει, λοιπόν, την κοινωνία η λογοτεχνία θα πρέπει να αλλάξει τη ζωή του καθενός και αυτό εξαρτάται από τον καθένα ξεχωριστά. Το κατά πόσο ο ίδιος θέλει να αφεθεί στη λογοτεχνία και δει τα πράγματα με άλλα μάτια. Είναι πολύ θαρραλέο να καταδύεσαι στον ίδιο σου του εαυτό, γιατί αυτό κάνεις με τη λογοτεχνία και κρίνεις τον εαυτό σου. Τον άλλο τον κρίνεις εύκολα, τον εαυτό σου όχι πάντα. Είναι θάρρος να ψάχνει κανείς την αυτοκατάδυση. Και πού πάτε; Αυτό θέλει θάρρος.
Θέλει θάρρος να εξομολογηθεί κανείς, όπως στο διήγημα «Ο Καλόγερος και ο Διάβολος», το οποίο πραγματεύεται δίπολα: το καλό και το κακό, το φως και το σκοτάδι, την ηθική και την αμαρτία, τη νεότητα και τη φθορά, την σύνθεση και την αποσύνθεση, την κίνηση και την ακινησία, την αγιοσύνη και το βέβηλο, τη συντροφικότητα και τη μοναξιά. Ένα διήγημα με τέσσερις ουσιαστικά εξομολογήσεις. Κατά βάθος είναι σαν να εξομολογούνται όλοι μπροστά στο καλό και το κακό κομμάτι του εαυτού τους.
Βλέπετε πάλι την ισορροπία;
Υπάρχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία στα διηγήματα; Όλες αυτές οι επιστροφές στην παιδική ηλικία είναι δικές σας καταδύσεις;
Πολλά από αυτά τα έχω ζήσει. Όπως στον Σολίστα για παράδειγμα. Η επιστροφή του ήρωα στην παιδική ηλικία είναι κάτι που έχω ζήσει ο ίδιος. Αν αυτό καταφέρεις και το στρώσεις στα γραπτά σου, νομίζω βγαίνει κάτι. Αυτοψυχανάλυση για εμένα, αλλά και για τον αναγνώστη, αρκεί να μην πεις «τώρα εγώ γράφω για τον άλλο». Όχι. Δεν διαβάζω πολύ. Διαβάζω ελάχιστα. Θέλω να βγάλω αυτά που εγώ έχω. Όταν διαβάζω μεγάλους συγγραφείς Καζαντζάκη, Καραγάτση, Ντοστογιέφσκι είμαι συγκλονισμένος, χρειάζομαι μέρες για να συνέλθω. Και χρειάζομαι παρωπίδες για μην επηρεαστώ. Θέλω να είμαι εγώ και ο εαυτός μου. Όταν έγραφα το Ταγκό δεν υπήρχε τίποτα άλλο γύρω. Μόνο εγώ και το Ταγκό.
Η αρχική αφιέρωση στον πατέρα; Τι σημαίνει; Λέτε: «Στον πατέρα μου γι’ αυτά που μου’ δωσε και γι’ αυτά που δεν μου’ δωσε».
Ο πατέρας δεν μου έδωσε γιατί δεν το σκέφτηκε ή γιατί δεν είχε την παιδεία. Ένας άνθρωπος ο οποίος έχει περάσει τόσα πολλά δεν μπορεί να δώσει εύκολα. Άνθρωπος πανέξυπνος και λες κοίτα βρε παιδί μου πώς χάνεται μια ζωή. Τέτοιες ιστορίες είναι πράγματι πρώτη ύλη για κείμενα. Δεν το έχω ήδη κάνει γιατί ψάχνω ακόμα τους κώδικες.
Ο Στέλιος Βισκαδουράκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης όπου κατοικεί μόνιμα. Έχει βραβευτεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Ασχολείται από μικρός με τη ζωγραφική, τη γλυπτική και τη φωτογραφία έχοντας οργανώσει τρεις ατομικές εκθέσεις, ενώ έχει λάβει μέρος σε οκτώ συνολικά, σε Ηράκλειο, Άγιο Νικόλαο, Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Αρθρογραφεί σε εφημερίδες και περιοδικά του Ηρακλείου. Το πρώτο του βιβλίο «Στη Ρωγμή του Χρόνου» πρωτοκυκλοφόρησε το 2009 από τις εκδόσεις Ταξιδευτής και επανεκδόθηκε το 2016 από τις εκδόσεις Mystis, ενώ το δεύτερο με τίτλο «Το Ταγκό της Βροχής» κυκλοφόρησε το 2015 από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης. Ήδη κυκλοφορεί το νέο του διήγημα «Το Πίατο της Απιστίας», φτιαγμένο στο Βουρβουλάδικο, ένα από τα αγαπημένα στέκια του συγγραφέα στο Ηράκλειο.